- ενζωοτία
- η вет. энзоотия
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ενζωοτία — η επιδημική νόσος που προσβάλλει τα ζώα … Dictionary of Greek
ενζωοτικός — ή, ό (για αρρώστια) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ενζωοτία ή μοιάζει με ενζωοτία … Dictionary of Greek